Οι τόκοι της αποζημίωσης εργαζόμενου που απολύθηκε από την εργασία του, αρχίζουν να προσμετρούνται από την ημέρα της (παράνομης) απόλυσής του, αποφάσισε το εργατικό τμήμα του Αρείου Πάγου, ενισχύοντας την ήδη υπάρχουσα νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Έτσι το Ανώτατο Δικαστήριο κρίνει οριστικά πώς σε περίπτωση παράνομης καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, ο τόκος δεν αρχίζει να τρέχει από την ημέρα που ο εργαζόμενος επιδίδει τη σχετική αγωγή στον εργοδότη του, αλλά από την ημέρα της απόλυσής του από την εργασία του.
Με αυτό τον τρόπο εξοικονομείται ένα μεγάλο χρονικό διάστημα υπέρ του εργαζόμενου αφού πολλές φορές οι αγωγές για καταχρηστική ή παράνομη απόλυση αργούν να υποβληθούν λόγω δυσχερειών του εργαζόμενου.
Eτσι ο Άρειος Πάγος (εργατικό τμήμα, απόφαση 81/2010) αναίρεσε ως απαράδεκτη απόφαση του Εφετείου Λάρισας που, κόντρα στην πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποφάσισε ότι η τοκοφορία ξεκινά από την ημέρα που επιδόθηκε η αγωγή-καταγγελία στον εργοδότη. Συγκεκριμένα εργοδότης θέλησε να μεταθέσει υπάλληλό του σε άλλη περιοχή. Η εργαζόμενη θεώρησε ότι αυτό αποτελεί μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων τη σύμβασης εργασίας, με συνέπεια την καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου.
Η υπόθεση οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη και οι αρεοπαγίτες δικαίωσαν την εργαζόμενη ως προς την καταγγελία της σύμβασης εργασίας, ενώ αντίθετα έκριναν εσφαλμένη την εφετειακή απόφαση που είχε δεχθεί ότι η τοκοφορία στις περιπτώσεις απολύσεων εργαζομένων αρχίζει από την ημέρα επίδοσης της αγωγής στον εργοδότη.
Το μεγάλο ζήτημα βεβαίως, είναι να καταστούν νομικά παράνομες και άρα απαγορευτικές αυτού του είδους οι απολύσεις. Γιατί όπου υπάρχουν Οργανισμοί προσωπικού, προβλέπουν διαδικασίες με τις οποίες μπορεί ένας εργαζόμενος να απολυθεί. Οπου όμως δεν υπάρχουν, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, θα πρέπει να κριθεί νομικά πότε ο εργοδότης προβαίνει σε κατάχρηση δικαιώματος και να ανακαλείται η απόλυση.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου